Η Ιστορία της Αμφιλοχίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αρχαία πόλη της Λιμναίας[1]. Η αρχαία πόλη Αμφιλοχικό Άργος είναι σίγουρα η σημαντικότερη πόλη της αρχαίας περιοχής της Αμφιλοχίας, αλλά δεν διαδραμάτισε ρόλο στην ιστορική εξέλιξη της σύγχρονης Αμφιλοχίας. (περισσότερες πληροφορίες για το Αμφιλοχικό Άργος θα βρείτε στη σχετική ενότητα).
Η θέση της Λιμναίας ήταν στα σύνορα της Ακαρνανίας με το αρχαίο κράτος της Αμφιλοχίας. Το 429 π.Χ καταλαμβάνεται και λεηλατείται από τους Λακεδαιμονίους. Το 219 π.Χ. περνάει από τη Λιμναία ο Φίλιππος ο Ε' της Μακεδονίας στην εκστρατεία του κατά του Θέρμου. Το 31 π.Χ. η Λιμναία ερημώνεται, ακολουθώντας και αυτή την τύχη όλων των Ακαρνανικών πόλεων, ο πληθυσμός των οποίων μεταφέρεται στην αρχαία Νικόπολη. Ένας μικρός πυρήνας κατοίκων, όμως, όπως συμβαίνει άλλωστε πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, παραμένει στις πατρικές του εστίες.
Η Λιμναία, λοιπόν, συνεχίζει να κατοικείται από το μικρό αυτό πυρήνα κατοίκων, έως και τον 6ο αιώνα -ίσως και έως τον 9ο αιώνα- οπότε οι κάτοικοι την εγκαταλείπουν και μετεγκαθίστανται στην κακοτράχαλη πλαγιά της Αμβρακίας (ή "Αμπρακιά" για τους ντόπιους).
Οι κάτοικοι παραμένουν στην Αμπρακιά έως το 1826, χρονιά που το χωριό καταστρέφεται με μανία από τους Τουρκαλβανούς, ως αντίποινα για την αγωνιστική συμμετοχή των Αμπρακιωτών σε όλες τις πολιορκίες του Μεσολογγίου έως και την Ιστορική Έξοδο. Οι κάτοικοι τότε επιστρέφουν και πάλι στην αρχαία τους κοιτίδα, τη Λιμναία, και σιγά σιγά εποικώντας τα νοτιότερα γεωγραφικά τμήματα προς τη θάλασσα, δημιουργείται ο πρώτος πυρήνας κατοίκων του Καρβασαρά. Έτσι, λοιπόν, καταρρίπτονται οι ιστορικές αναλήθειες που αναφέρουν ως κτήτορα του Καρβασαρά τον Αλή Πασά...
Το όνομα "Καρβασαράς" υπάρχει από την εποχή της Τουρκοκρατίας, και ορίζει τη γεωγραφική θέση που καταλαμβάνει η σημερινή Αμφιλοχία. Το ίδιο μέρος κατά την ίδια περίοδο αναφέρεται και ως "Σκάλα", επίνειο δηλαδή της Αμπρακιάς. Στον Καρβασαρά, κατά την Τουρκοκρατία, υπήρχε μεγαλοπρεπέστατο χάνι με 50 καμινάδες, στο οποίο διανυκτέρευαν όλοι όσοι ταξίδευαν από και προς την Ήπειρο, λιμάνι, καθώς και μεγάλες αποθήκες οι οποίες χρησιμοποιούνταν για τη διεξαγωγή του θαλάσσιου εμπορίου.
Στα τέλη Μαρτίου του 1825, ο Κιουταχής εγκαθιστά στον Καρβασαρά 500 και πλέον Τουρκαλβανούς με σκοπό την μεταφόρτωση των εφοδιοπομπών που ερχόταν από την Ήπειρο προς το Μεσολόγγι. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1825, ώρα 04:00 π.μ. διεξάγεται η μεγάλη και πολύνεκρη "Μάχη του Καρβασαρά". Τα Ρουμελιώτικα στρατεύματα υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη δίνουν αποφασιστική μάχη, με σκοπό να διακόψουν την συγκοινωνία Ηπείρου - Μεσολογγίου, εξολοθρεύοντας το στρατόπεδο του Κιουταχή και σκοτώνοντας περισσότερους από 300 (εκ των 500) Τουρκαλβανούς, την ώρα που οι ίδιοι έχουν 7 απώλειες (καταγραμμένο από τον ίδιο τον Γεώργιο Καραϊσκάκη).
Μετά την πτώση του πολυπαθούς Μεσολογγίου η Δυτική Ελλάδα περιέρχεται ολοκληρωτικά στα χέρια του εχθρού.
Το 1829 ο Καποδίστριας προσπαθεί να γεφυρώσει πάση θυσία τη Δυτική Ελλάδα με την ήδη απελευθερωμένη και το καταφέρνει με την ευκαιρία της κήρυξης του Ρωσο-Τουρκικού πολέμου.
Έτσι ξεκινάει μεγάλη επιχείρηση, υπό το στρατηγό Γεώργιο Βαρνακιώτη, ο οποίος καταφέρνει να συγκεντρώσει και να συντονίσει όλες τις φρουρές της Ακαρνανίας, κλείνοντας στο κάστρο του Καρβασαρά (αρχαία Λιμναία) 1300 Τουρκαλβανούς με όλους τους ηγέτες τους. Οι Τουρκαλβανοί ανέμεναν βοήθεια από την Άρτα, η οποία όμως δεν έφτασε ποτέ, καθώς είχε πέσει ήδη ο πύργος του Μακρυνόρους. Υπ' αυτές τις συνθήκες ο Γεώργιος Βαρνακιώτης διαπραγματεύεται με τους ηγέτες τους την αποχώρηση τους από την περιοχή μας και τα καταφέρνει. Οι Τουρκαλβανοί, με την εγγύηση του Γεωργίου Βαρνακιώτη για τη σωματική τους ασφάλεια, συνθηκολογούν και εγκαταλείπουν αμαχητί τον Καρβασαρά.
Την ιστορική ημέρα της 25ης Μαρτίου του 1829, λοιπόν, απελευθερώνεται οριστικά ο Καρβασαράς και υψώνεται από τον οπλαρχηγό Ανδρέα Ίσκο η σημαία της Ελευθερίας, πάνω από την παράκτια πύλη της αρχαίας Λιμναίας.
Μετά το 1826, λοιπόν, και ιδιαίτερα μετά την απελευθέρωση, ξεκινά η κατοίκηση της Δυτικής κυρίως πλευράς της σημερινής Αμφιλοχίας και ιδιαίτερα το σημείο γύρω από το ναό του Αγίου Αθανασίου που υπήρχε από αμνημονεύτων χρόνων εκεί (στην ίδια θέση θεμελιώθηκε το 1868 ο νέος ναός του Αγίου Αθανασίου, που σήμερα είναι ο μητροπολιτικός ναός της πόλης). Ο πρώτος πυρήνας αριθμούσε τους 184 κατοίκους. Ως συνοικισμός, ο Καρβασαράς, αναγνωρίζεται από το ελεύθερο Ελληνικό κράτος το 1836, ενώ στις 7 Μαΐου 1847 αποτελεί ίδια κοινότητα. Ο πρώτος οικιστικός πυρήνας αναπτύχθηκε βάσει του ρυμοτομικού διαγράμματος του 1856 (από τα παλιότερα σχέδια πόλης της Ελλάδας). Το όνομα "Καρβασαράς" ίσως να προέρχεται από την τουρκική λέξη "Καραβάν Σεράι" που σημαίνει σταθμός καραβανιών, ίσως όμως και όχι, καθώς η ιστορική έρευνα για το θέμα είναι ακόμα σε εξέλιξη. Αξιοσημείωτο είναι ότι "η κοινότις αποτελείται υπό των εναπομεινάντων κατοίκων του παλαιοχωρίου Αμπρακιάς, των μετοικισθέντων εν τη πόλη Καρβασαρά και η κοινοτική περιουσία του παλαιοχωρίου είναι ιδιοκτησία ορισμένων ατόμων. Όλοι οι πρόγονοι την εξαγόρασαν επί Τουρκοκρατίας δια αγοράς και χύσεως αίματος. Τούτον δε δεν επιδέχεται αμφιβολίας τινά". (αρχείο Ειρηνοδικείου Αμφιλοχίας)
Το 1884, ο Δημήτριος Βικέλας "κατά την διάρκειαν βραχείας περιοδείας κατά τάς δυτικάς επαρχίας της Ελλάδος" γράφει ότι "ο μικρός καί ταπεινός Καρβασαράς φαίνεται ως πρώτος σταθμός προς πολιτισμόν ανώτερον"! Επίσης, καταγράφεται στον Καρβασαρά η ύπαρξη "Καφέ Σαντάν", τα οποία ήταν καφενεία πολυτελείας, όπου τραγουδούσαν Ιταλίδες και Γερμανίδες. Μετά το 1875 καταγράφονται διανοίξεις δρόμων και κατασκευή γεφυριών, το 1892 κατασκευάζεται το "μπαστούνι" (μέρος της σημερινής κεντρικής πλατείας), το 1868 θεμελιώνεται ο Ι.Ν. Αγίου Αθανασίου, το 1886 κατασκευάζεται αποθήκη πυρομαχικών.
Στις αρχές του 20ου αιώνα καταγράφονται σημαντικές εμπορικές δραστηριότητες, αλλά και κοινωνικές, όπως η κίνηση του τηλεγραφείου της πόλης που ξεπερνούσε τα 1000 τηλεγραφήματα την εβδομάδα. Αν κανείς συνθέσει τα παραπάνω γεγονότα θα διαπιστώσει την πορεία της ζωής στον Καρβασαρά και την γιγάντωσή της στο πέρασμα του χρόνου.
Από 184 κατοίκους το 1836, βρίσκουμε περισσότερους από 2000 πριν, καν, το τέλος του αιώνα. Πρώτοι μέτοικοι του Καρβασαρά (μετά τον πρώτο πυρήνα των Αμπρακιωτών) είναι Βορειοηπειρώτες.
Από το 1840 και μετά ακολουθεί πανστρατιά Ηπειρωτών (οι οποίοι ήρθαν μέσω Πρεβέζης), καθώς και ελάχιστοι Ευρυτάνες.
Στα αρχεία του Καρβασαρά εντοπίζουμε και ονόματα αλλοδαπών, κυρίως Τουρκαλβανών, αλλά και Εβραίων, οι οποίοι, σημειωτέων, τύγχαναν ισότιμης μεταχείρισης από τις αρχές τη πόλης, όπως προκύπτει από αναρίθμητα περιστατικά αρχειοθετημένα στο Ειρηνοδικείο της Αμφιλοχίας. Ακόμη ένα σημείο ένδειξης της πολιτικής και γεωγραφικής σημασίας του Καρβασαρά είναι η ύπαρξη προξενείου της Υψηλής Πύλης (της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας).
Το 1908 ο Καρβασαράς μετονομάζεται σε Αμφιλοχία από το Αμφιλοχικό Άργος, την πρωτεύουσα του αρχαίου κράτους της Αμφιλοχίας, "η και Αμφιλοχικόν Άργος κληθέντες από Αμφιλόχου του Αμφιαράου και Αμφιλοχία η χώρα". Στις αρχές του 20ου αιώνα έχουμε στην Αμφιλοχία ακμάζον εμπόριο με ονομαστές στολές και τσαρούχια, ανταγωνιστικά παραγόμενα γαλακτοκομικά προϊόντα, σημαντικότατο εμπόριο υλοτομίας, έως και ασφαλιστική εταιρεία εκ Τεργέστης, καθώς και ότι μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους. Το λιμάνι της Αμφιλοχίας καταγράφεται ως σημαντικότατος κόμβος για την θαλάσσια συγκοινωνία τόσο με το εσωτερικό (Πειραιάς, Πάτρα, Ιθάκη, Λευκάδα, Κέρκυρα) όσο και με το εξωτερικό (Βενετία), αλλά και για το θαλάσσιο εμπόριο με το εξωτερικό. Επίσης, καταγράφεται πληθώρα γραφείων ακτοπλοϊκών εταιρειών στην παραλία της Αμφιλοχίας. Ακόμη, λειτουργεί στην πόλη Σχολαρχείο, καθώς και Δημοτικό Σχολείο Αρρένων και Θηλέων.
Η ιστορική έρευνα καταδεικνύει και τη συνεισφορά των κατοίκων της Αμφιλοχίας σε όλα τα νεότερα κελεύσματα της πατρίδας. Σημαντικότατη η προσφορά της Αμφιλοχίας και όλης της ευρύτερης περιοχής στους αγώνες της Μακεδονίας, της Μικράς Ασίας, της Βορείου Ηπείρου και κατά την Γερμανο-Ιταλική κατοχή.
Στις 20 Απριλίου 1941 η Αμφιλοχία βομβαρδίζεται από τους Γερμανούς με σημαντικές συνέπειες. Στις 12-13 Ιουλίου 1944 διεξάγεται η ξακουστή "μάχη της Αμφιλοχίας"[2] [3], μεταξύ Γερμανών και του ΕΛΑΣ. Η μάχη αυτή ήταν από τις μεγαλύτερες που πραγματοποίησε ο ΕΛΑΣ. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1944 οι Γερμανοί φεύγουν ντροπιασμένοι, αφήνοντας πίσω τους ερείπια, ερήμωση, πένθος και ορφάνια.
Στις 22 Μαρτίου 1946 η Αμφιλοχία αναγνωρίζεται σε δήμο μαζί με τον οικισμό Μπούκα.
Την 1η Ιανουαρίου 1999 στα πλαίσια του σχεδίου "Καποδίστριας", ο Δήμος Αμφιλοχίας διευρύνεται σε 10 δημοτικά διαμερίσματα, με έκταση 390.597 στρεμμάτων και πληθυσμό 12.834 κατοίκων (σύμφωνα με την απογραφή του 2001).
ΠΗΓΉ http://www.myamfilochia.gr
[3] Η μάχη της Αμφιλοχίας (12-13 Ιουλίου 1944) – H μεγαλύτερη επιθετική επιχείρηση κατά των Γερμανών